ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Δημήτρης Κουρούμπαλης «Ταυτίζομαι απόλυτα με τους ήρωες των Ψηλών Βουνών»

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΡΟΥΜΠΑΛΗ  από την Μαρία Τσιλιμιδού

Τα φώτα χαμηλώνουν. Οι πρώτες νότες από το γνωστό παιδικό τραγουδάκι «τσιριτρί τσιριτρό» του Ζαχαρία Παπαντωνίου υποδέχονται τους θεατές. Η αυλαία ανοίγει και οι «οκτώ σπουργίτες», οι οκτώ φίλοι πιο σωστά, ξεχύνονται για μια περιπέτεια ζωής στα «Ψηλά Βουνά»

Δωδεκάχρονα παιδιά όλα τους θα βρεθούν μόνα στην καταπράσινη φύση, στα απόκρημνα βουνά της Ευρυτανίας, τόπο καταγωγής του συγγραφέα. Με παρότρυνση του δασκάλου τους και με την άδεια των γονιών τους μέσα σε λίγες εβδομάδες θα γίνουν πολύ πιο ώριμα και υπεύθυνα, πιο γενναία. Οι δύσκολες και συχνά επικίνδυνες καταστάσεις που καλούνται ν’ αντιμετωπίσουν θα τους διδάξουν την αξία της φιλίας, της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης. Αλλά και την αγάπη για τη φύση και την προστασία της. Ποιος δεν ζήλεψε αυτά τα παιδιά διαβάζοντας το βιβλίο; Το διαχρονικό, ιδιαίτερα πρωτοπόρο για την εποχή του λογοτεχνικό κείμενο -που αποτέλεσε και το πρώτο αναγνωστικό στη δημοτική στα 1918- μεταφέρεται στη θεατρική σκηνή του «Ακροπόλ», υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Βασίλη Μαυρογεωργίου. Η βαθιά ελληνικότητα και η ζωντάνια της γλώσσας του Ζαχαρία Παπαντωνίου μοιάζει να σβήνουν τον έναν αιώνα που έχει περάσει από τη συγγραφή του. Καλύβες, μαντριά, τσοπανόπουλα, βοσκοπούλες, ήχοι του δάσους, παραδοσιακά έθιμα και τραγούδια αναβιώνουν ένα παρελθόν που φαντάζει τόσο μαγικό στα σύγχρονα παιδιά. Άτυπος αρχηγός της παρέας, ο Φάνης. Ένας συνεσταλμένος πιτσιρικάς που προτιμά να εκφράζεται με τη ζωγραφική. Το φινάλε της εμπειρίας στο βουνό θα τον βρει αλλαγμένο. Τον ενσαρκώνει ο Δημήτρης Κουρούμπαλης.

– Τα «Ψηλά Βουνά» είναι η δεύτερη παράσταση για παιδιά, όπου συμμετέχετε, μετά τον «Τομ Σώγιερ» πέρυσι στον «Ελληνικό Κόσμο». Να φανταστώ πως αποδεχθήκατε την πρόταση αμέσως;

– Χωρίς δεύτερη σκέψη. Είναι ένα από τα αγαπημένα μου αναγνώσματα. Ταυτίζομαι απόλυτα με τους ήρωες, τα παιδιά των Ψηλών Βουνών. Αγαπώ κι εγώ πολύ τη φύση. Οι μόνες διακοπές μου, φέτος, ήταν ένα διήμερο σ’ ένα υπέροχο ποτάμι πάνω από το Δίον. Αλλά και γενικότερα ο τρόπος που αντιμετωπίζει ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου αυτού του είδους τη ζωή ταιριάζει στην αισθητική μου. Όταν, στη συνέχεια, έμαθα πως θα το σκηνοθετήσει ο Βασίλης, η αρχική μου επιθυμία έγινε βεβαιότητα.

– Είναι ένα βιβλίο, πιστεύετε, που εξακολουθεί να «μιλάει» στα σημερινά παιδιά;

– Η φύση, τα δέντρα, τα ποτάμια, τα ζώα, το ένστικτο της ομάδας και της επιβίωσης, η δύναμη της συντροφικότητας -που είναι και το βασικό μήνυμα- δεν έχουν εποχή, ηλικία ή καταγωγή. Ειδικά για παιδιά που ζουν στην πόλη είναι ένα σύμπαν ακόμα πιο γοητευτικό.

Γι’ αυτό και επιλέχθηκε να κρατηθεί αυτούσια η γλώσσα του συγγραφέα; 

– Οι λέξεις υπάρχουν όσο τις χρησιμοποιούμε. Είχαμε ένα προβληματισμό, για παράδειγμα, αν θα καταλάβουν τα μικρά παιδιά τις λέξεις υλοτόμος, νίβομαι κ.α. Αντίστοιχα, πέρυσι, γινόταν ένας φόνος στον Τομ Σώγιερ, γεγονός που ανησυχούσε πολλούς γονείς. Δηλαδή τα video games που είναι μόνο splatter ή ακόμα και η τηλεόραση δεν τους ενοχλεί; Νομίζω πως έχουμε πάθει λίγο μια σχιζοφρένεια σε σχέση με το παιδί στην προσπάθειά μας να το «προστατεύσουμε». Τα σημερινά παιδιά, πιστεύω, είναι πολύ πιο ενεργά συναισθηματικά και πνευματικά από τους μεγάλους. Απλώς εμείς κάνουμε προβολή σε αυτά τους δικούς μας φόβους. Δεν γίνεται, όμως, να είναι όλα χαζοχαρούμενα για να είναι το παιδί ευχαριστημένο.

– Εσείς, είχατε διαβάσει το βιβλίο μικρός;

– Ναι, αλλά ευτυχώς έπεσε ξανά στα χέρια μου, τυχαία, πριν από δύο-τρία χρόνια. Το διάβασα πάλι και συνειδητοποίησα την αδιαμφισβήτητη καλλιτεχνική του αξία. Μόνο τότε μπόρεσα να κατανοήσω τις λεπτές αποχρώσεις που χαρακτηρίζουν ένα μεγάλο λογοτεχνικό έργο. Στην αρχική ανάγνωση είχαν περάσει απαρατήρητες.

– Ένα από τα βασικά στοιχεία της παράστασης στο «Ακροπόλ» είναι οι ψηφιακές προβολές υψηλής ανάλυσης, οι οποίες βασίζονται στις αυθεντικές ζωγραφιές του βιβλίου, όπως τις φιλοτέχνησε ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου…

– …και «απαντούν» στη συνήθεια του παιδιού να βλέπει εικόνες. Το οπτικό ερέθισμά του, δηλαδή, να είναι η κινούμενη εικόνα και όχι μια μη ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας, όπως είναι τα σκηνικά του θεάτρου. Οπότε μιλώντας μια γλώσσα που κατανοεί πιο εύκολα το παιδί το φέρνουμε πιο κοντά στο έργο και τους ήρωες.

– Τεχνικά ήταν δύσκολο να… συμπρωταγωνιστείτε με τα 3d animation, δεδομένου ότι προβάλλονται καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης;

– Τα βίντεο είναι σαν ένας επιπλέον ηθοποιός με τον οποίο, όμως, μπορείς να επικοινωνήσεις ως ένα βαθμό. Από κει και πέρα ξεκινά η «χορογραφία».

– Μιλήστε μου για τον ήρωα που υποδύεστε, τον Φάνη.

– Ο Φάνης είναι ένα στοίχημα για μένα φέτος. Είναι αεικίνητος, έχει κοφτερή ματιά -την οποία εξασκεί ζωγραφίζοντας- και την ικανότητα να αντιλαμβάνεται πρώτος τις ομορφιές της φύσης. Η οξυδέρκειά του αυτή, όμως, έρχεται αντιμέτωπη μ’ ένα φόβο. Η αλήθεια είναι πως του έτυχαν πολύ δύσκολες καταστάσεις, όπως να μείνει ολομόναχος μια ολόκληρη νύχτα πάνω στο βουνό. Εγώ, ακόμα και τώρα, όταν κάνω κάμπινγκ η πρώτη νύχτα είναι πάντα η πιο δύσκολη ώσπου να προσαρμοστώ από το περιβάλλον της πόλης στο απόλυτο σκοτάδι. Ο Φάνης ίσως να φοβάται λίγο περισσότερο από τους υπόλοιπους της παρέας. Αλλά δεν υπάρχει τίποτα που θα τον εμποδίσει στο να πραγματοποιήσει αυτό που θέλει. Εκεί είναι και το στοίχημα. Πώς κρατώντας την ενέργεια και την υψηλή ταχύτητα ενός δωδεκάχρονου μπορώ να ερμηνεύσω έναν χαρακτήρα πιο συνεσταλμένο, πιο ποιητικό, που αντιλαμβάνεται τον κόσμο διαφορετικά από τους φίλους του.

– Έχετε ήδη διανύσει μια δεκαπενταετία στο θέατρο, αλλά κυρίως σε παραστάσεις για ενηλίκους. Πώς είναι τα παιδιά ως κοινό;

– Τα παιδιά εκφράζουν αυτό ακριβώς που αισθάνονται, με ειλικρίνεια και αυθορμητισμό, στοιχεία που λείπουν εντελώς από το θέατρο. Ο ενήλικος θεατής θα έρθει, θα βαρεθεί και θα πει και συγχαρητήρια. Τα παιδιά, αντίθετα, «πληρώνουν» αυτόματα ό,τι βλέπουν. Γελώντας, συμμετέχοντας, βήχοντας, κάνοντας φασαρία. Αυτή η δυσκολία, όμως, είναι που το κάνει πιο ενδιαφέρον, πιο απολαυστικό για τον ηθοποιό.

– Έχετε σκεφθεί πως κάποια παιδιά ίσως να βλέπουν επί σκηνής τον Λεωνίδα από το «Δέκα Λεπτά Κήρυγμα» ή τον Μανώλη της «Πολυκατοικίας»;

– Πράγματι για κάποια παιδιά, συνήθως τα μεγαλύτερα σε ηλικία, είναι πολύ πιο ισχυρό μέσο η τηλεόραση από αυτό που βλέπουν εκείνη τη στιγμή να εκτυλίσσεται μπροστά τους. Στη διάρκεια της παράστασης, όταν κατεβαίνουμε ανάμεσα στο κοινό, με ρωτάνε «εσύ δεν είσαι που παίζεις στην Πολυκατοικία;». Υπάρχουν βέβαια κι εκείνα που αφήνονται στη μαγεία του θεάτρου. Πέρυσι τα κοριτσάκια ήθελαν να τις ερωτευτεί ο Τομ Σώγιερ και τα αγοράκια να τον έχουν φίλο.

– Εκτός από το να σκαρφαλώνετε στα «Ψηλά Βουνά», τι άλλο ετοιμάζετε θεατρικά για το φετινό χειμώνα;

– Είναι μια πολύ δραστήρια περίοδος. Με την ομάδα So7 κάνουμε πρεμιέρα 6 Νοεμβρίου στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου» το «Παρασκευή Παλιμπαιδισμού», σε κείμενο δικό μου, ενώ συνυπογράφω τη σκηνοθεσία με τη μόνιμη συνεργάτιδά μου Φρόσω Κορρού. Θα ανεβαίνει κάθε Παρασκευή μεσάνυχτα και απευθύνεται μόνο σε ενήλικο κοινό. Η Κεντρική Σκηνή του ΘΝΚ θα μεταμορφώνεται σ’ ένα μπαρ όπου μια παρέα νέων ανθρώπων σε διονυσιακή έκσταση διασκεδάζει χωρίς όρια. Κεντρική φιγούρα ένα περίεργος ντι-τζέι που έχει την ικανότητα να επηρεάζει με τη μουσική του τις διαθέσεις των θαμώνων, υποβάλλοντάς τους σε σεξουαλική εγρήγορση, με τρόπο υποβολιμαίο. Πρωταγωνιστούν: Π. Αλειφερόπουλος, Β. Τρουφάκου, Τ. Καραχάλιος κ.α. Από το νέο χρόνο θα είμαι στο «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ;» του Εντουαρντ Άλμπυ, στο «Από Μηχανής Θέατρο» μαζί με τους Άκι Βλουτή, Αγλαΐα Παππά και Γιούλικα Σκαφιδά σε σκηνοθεσία Τσεζάρις Γκραουζίνις.

– Είναι, λοιπόν, μια αρκετά δραστήρια περίοδος για εσάς. Και έχετε και διάβασμα!

– Ολοκληρώνω το μεταπτυχιακό μου στο Πάντειο -στην κοινωνιολογία- και πρέπει να παραδώσω τη διπλωματική μου.

Πληροφορίες για την παράσταση “Ψηλά βουνά” στο θέατρο Ακροπόλ δείτε εδώ & αποκλειστικό φωτογραφικό υλικό απ’την πρεμιέρα εδω.

Copyrighted Image