Φωτεινή Δάρρα «Με τον “Πλούτο” δεν χαϊδεύουμε τα αφτιά των μικρών παιδιών προκειμένου να γίνουμε αρεστοί»
Η καλλιτέχνις που έχει ξεχωρίσει για τις ερμηνείες στο τραγούδι μας μιλάει για τη φετινή επιστροφή της στο θεατρικό σανίδι
Συνέντευξη στη Μαρία Τσιλιμιδού
Από τον μαγευτικό αρχαιολογικό χώρο της Δήλου όπου ερμήνευε δίπλα στον Δημήτρη Παπαδημητρίου κάτω από το φως της αυγουστιάτικης πανσελήνου, στο “Διογένης Studio” μαζί με τον Αντώνη Ρέμο και τον Χρήστο Νικολόπουλο. Παράλληλα πρωταγωνίστρια στη μουσικοθεατρική διασκευή για παιδιά -αλλά και για μεγάλους-του αριστοφανικού «Πλούτου». Τρεις φαινομενικά ετερόκλητες επιλογές μέσα σε λίγους μήνες μιας καλλιτέχνιδας που έχει διακριθεί την τελευταία δεκαπενταετία στο χώρο του έντεχνου τραγουδιού με αξιοζήλευτες συνεργασίες. Για τη Φωτεινή Δάρρα, όμως, η συμμετοχή της στην παράσταση στο Θέατρο «Τζένη Καρέζη» δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς την φέρνει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, στην υποκριτική. Ίσως λίγοι να γνωρίζουν τη θητεία της σε ρόλους πρωταγωνιστικούς στα μιούζικαλ «Grease» και «Chicago», στο «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» του Σαίξπηρ στο Εθνικό Θέατρο, στους «Αλλοπαρμένους» στο ΚΘΒΕ.
Τώρα μεταμορφώνεται σε εκρηκτική περσόνα μιας λαϊκής κομπανίας και μας αφηγείται το διαχρονικό έργο του Αριστοφάνη, προσαρμοσμένο για παιδιά. Την παράσταση, που ακροβατεί ανάμεσα στο κωμικό και το δραματικό, σκηνοθετεί η Ανδρομάχη Μοντζολή, τη μετάφραση και τους στίχους υπογράφει ο Γιώργης Έξαρχος και τη μουσική ο Δημήτρης Παπαδημητρίου. Επί σκηνής τη συνοδεύουν ο Κωνσταντίνος Καζάκος, η Θάλεια Προκοπίου, ο Δημήτρης Μενούνος, η Νατάσα Κοτσοβού κ.α.
Η συνέχεια για την Φωτεινή Δάρρα, όπως έχει ήδη γραφτεί, θα είναι επίσης θεατρική, με ένα μιούζικαλ – βιογραφία, αφιερωμένο στη ζωή μιας αξέχαστης λαϊκής αοιδού.
– Η αυλαία του «Πλούτου» πέφτει στις 31 Ιανουαρίου. Μετά από τρεις μήνες παραστάσεων ποια αίσθηση σας αφήνει η πρώτη σας θεατρική εμπειρία και για παιδιά;
– Ξεκινήσαμε με στόχο ν’ απευθυνθούμε σε όλες τις ηλικίες, από νήπια μέχρι ανθρώπους μεγάλης ηλικίας. Στη διάρκεια των παραστάσεων είδαμε γονείς να έρχονται με τα παιδιά τους, να περνούν πολύ ωραία αμφότεροι, αλλά είδαμε και ενήλικο κοινό, χωρίς παιδιά, να μας αντιμετωπίζει με την ίδια χαρά και θέρμη. Θεωρώ λοιπόν πως ο αρχικός μας στόχος επετεύχθη. Η προσέλευση του κόσμου αλλά και οι πολύ θετικές κριτικές από κοινό και θεατρολογους-δημοσιογράφους μας δικαίωσαν.
– Το γεγονός ότι ο ρόλος σας εμπεριέχει πολύ τραγούδι, σε μουσική του Δημήτρη Παπαδημητρίου, ήταν ένας λόγος για να αποδεχθείτε την πρόταση;
– Με έπεισε καταρχάς το ίδιο το έργο. Έχω σπουδάσει ηθοποιός -πολύ πριν ασχοληθώ με το τραγούδι- και το να ξαναπαίξω στο θέατρο ήταν κάτι που πάντα ήθελα να κάνω. Θεώρησα ιδανική αυτή την ευκαιρία μετάβασης. Όχι για μένα, αλλά για τον κόσμο κυρίως. Πιο “ομαλή”, καθώς ίσως να ξάφνιαζε ένα έργο πρόζας.
– Η αλήθεια είναι πως έχετε καθιερωθεί στη συνείδηση όλων μας ως τραγουδίστρια. Είναι πράγματι ο χώρος της μουσικής εκεί όπου αισθάνεστε ν’ ανήκετε;
– Το θέατρο για μένα είναι η μεγάλη αγάπη που ποτέ δεν έπαψε να κρατά ξεχωριστή θέση στην ψυχή μου. Άλλωστε και στο τραγούδι υπάρχει έντονο το θεατρικό στοιχείο με την έννοια της ερμηνείας. Προσεγγίζεις τους στίχους σαν ν’ αφηγείσαι μια μικρή ιστορία, όπως και σε ένα ρόλο. Απαραίτητη, αντίστοιχα, είναι η μουσικότητα, η ρυθμολογία που πρέπει να διαθέτει ο ηθοποιός. Στην ουσία πρόκειται για δυο τέχνες αλληλοσυμπληρούμενες και έτσι οφείλουμε να τις αντιμετωπίζουμε.
– Υπήρξε κάτι που σας έκανε να έχετε δεύτερες σκέψεις;
– Όταν μου έγινε η πρόταση, αναρωτήθηκα πώς θα διαμορφωνόταν ο ρόλος που κλήθηκα να ενσαρκώσω μέσα στο έργο μιας και πρόκειται για μια μουσικοθεατρική διασκευή του “Πλούτου”. Έτσι συν-δημιουργήσαμε το ρόλο μαζί με την σκηνοθέτιδα Ανδρομάχη Μοντζολή και τον συνθέτη Δημήτρη Παπαδημητρίου. Υποδύομαι, λοιπόν, μια ηθοποιό και τραγουδίστρια μιας κομπανίας που περιοδεύει σε όλη την Ελλάδα τη δεκαετία του ‘50. Τυχαία, στην πλατεία ενός χωριού συναντά τους ήρωες του “Πλούτου” -τον Χρεμύλο, τον πιστό του δούλο, την Πενία- και αρχίζει να κινεί τα νήματα της ιστορίας, παρεμβαίνοντας όπου πρέπει.
– Κι έτσι οι θεατές, βλέποντάς σας στον “Πλούτο”, μοιάζει να γνωρίζουν μια “νέα” Φωτεινή Δάρρα.
– Ο Αριστοφάνης είναι ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του κωμικού θεάτρου που απευθύνεται στο σύνολο του λαού. Εξαρχής γνώριζα για την τρομερή αμεσότητα που απαιτείται στα έργα του, τη συνεχή επικοινωνία με το κοινό, την έντονη εκφραστικότητα. Δεν γίνεται για παράδειγμα να παίζεις με τον ίδιο τρόπο μια κωμωδία του Αριστοφάνη και μια του Σαίξπηρ μιας και πρόκειται για εντελώς διαφορετικές “σχολές”. Ο συγκεκριμένος ρόλος, πράγματι, μου έδωσε την ευκαιρία να δείξω και άλλα στοιχεία της καλλιτεχνικής μου προσωπικότητας στον κόσμο. Μια πιο ελεύθερη πλευρά, μια περσόνα που τσαλακώνεται με σκοπό να επικοινωνήσει με το σύνολο του κοινού. Χάρηκα που ο κόσμος με υποδέχθηκε ξανά στο θέατρο με πολλή αγάπη, παρόλο που δεν γνώριζε τόσο τη θεατρική μου δραστηριότητα.
– Τι είναι αυτό που σας λένε πως “κρατούν” μικροί και μεγάλοι μετά το φινάλε;
– Λίγο πριν το τέλος της παράστασης υπάρχει έντονο το δραματικό στοιχείο μέσα από την “Παράβαση”, ένα τραγούδι που περιγράφει την πορεία της Ελλάδας, τονίζοντας πόσο τραγικά ίδια παραμένουν κάποια πράγματα από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Στο σημείο αυτό το κοινό συγκινείται. Τα μικρά παιδιά μένουν στα πιο κωμικά στοιχεία του έργου,ε νώ οι ακόμα μικρότερες ηλικίες μαγνητίζονται από τα τραγούδια, τη ζωντανή μουσική, τα κοστούμια. Ο καθένας παρατηρεί και αντιλαμβάνεται διαφορετικά πράγματα. Αυτό είναι το μαγικό με τους μεγάλους συγγραφείς, όπως ο Αριστοφάνης.
– Μπορεί η συγκεκριμένη παραγωγή, επομένως, να συστήσει στα μικρά παιδιά με εύληπτο τρόπο τον απαιτητικό και διαχρονικό λόγο του;
– Ο Αριστοφάνης παραμένει εντυπωσιακά επίκαιρος. Ο λόγος του δεν έχει πειραχθεί. Έχουν αφαιρεθεί, βέβαια, οι βωμολοχίες –γεγονός που δεν του στερεί την κωμικότητά του. Ωστόσο, δεν κάνουμε μια παράσταση που χαϊδεύει τα αφτιά των παιδιών. Έχω δει παιδικές παραστάσεις που θέλοντας να γίνουν αρεστές στους μικρούς κινδυνεύουν να γίνουν ερασιτεχνικές στα μάτια των μεγάλων, με αποτέλεσμα οι γονείς να βαριούνται. Εμείς προσπαθήσαμε να κάνουμε τα παιδιά να καταλάβουν κάτι που είναι ίσως πιο πάνω από την ηλικία τους και τις συνήθεις προσλαμβάνουσες τους, να τα διδάξουμε ερχόμενα σε μια πρώτη επαφή με ένα σπουδαίο θεατρικό κείμενο, αλλά και με τις αλήθειες και τις υψηλές αξίες της ίδιας της ζωής. Πως πλούσιος δεν είναι όποιος έχει εξασφαλίσει τα υλικά αγαθά…
– Εσείς, ως μητέρα, πώς επιλέγετε τις παιδικές παραστάσεις που θα δείτε;
– Σίγουρα δεν πηγαίνεις όπου να ‘ναι. Όπως οι περισσότεροι γονείς θέλω να πιστεύω, έτσι κι εγώ, ψάχνω κάθε φορά το καλύτερο, αυτό που θα διδάξει το παιδί μου. Υπάρχει και η ευκολία να το παει κανείς σε κάτι που έχει δει και στην τηλεόραση και ξέρει ότι για δύο ώρες θα ξεδώσει. Αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Γίνονται πλέον σημαντικές προσπάθειες στο θέατρο για παιδιά με παραγωγές που εξελίσσουν το χώρο. Αναμενόμενο, καθώς και τα παιδιά εξελίσσονται πλέον πιο γρήγορα λόγω της άφθονης πληροφόρησης που έχουν. Τα σημερινά πεντάχρονα δεν έχουν καμία σχέση με το πώς ήμασταν εμείς στην ηλικία τους. Οπότε και το θέαμα που απευθύνεται σε αυτά οφείλει να είναι αντίστοιχο. Γενικά, πάντως, παρατηρώ μια προσπάθεια παγκοσμίως να γίνονται καλύτερα τα πράγματα. Ακόμα και στην τηλεόραση βλέπω τα κινούμενα σχέδια να μην είναι απλοϊκά, ούτε τόσο επιθετικά, να περνούν μηνύματα και χρήσιμες πληροφορίες για τα παιδιά. Σίγουρα από αυτή την άποψη είναι καλύτερα τα πράγματα. Δεν είμαι σίγουρη βέβαια αν δημιουργούν παιδιά με ελεύθερη βούληση ή απλώς στοχεύουν στη δημιουργία πιο «ήσυχης» ή εφησυχασμένης κοινωνίας…
Περισσότερες πληροφορίες δείτε ΕΔΩ.