Volker Ludwig «Τα συναισθήματα και οι φόβοι των παιδιών είναι σχεδόν οι ίδιοι παντού»
Ο 78χρονος Γερμανός συγγραφέας εξηγεί γιατί τα θεατρικά έργα του παραμένουν επίκαιρα και οικουμενικά σαράντα χρόνια μετά τη συγγραφή τους.
Συνέντευξη στη Μαρία Τσιλιμιδού
Με τα έργα του Volker Ludwig ο ορισμός «χειραφετημένο θέατρο για παιδιά» έχει βρει την απόλυτη έκφρασή του. Ο Νουριάν, η Τζέλα, ο Γυαλάκιας μιλούν στα παιδιά -όπως θα μιλούσαν τα ίδια μεταξύ τους- για όσα τα απασχολούν, αλλά οι μεγάλοι δυσκολεύονται ν’ αντιληφθούν. Για τους μετανάστες, την ενδοσχολική βία, την έλλειψη χώρων για παιχνίδι, τη δύναμη της φιλίας και της αλληλεγγύης, την αποδοχή της διαφορετικότητας, τη σοβαροφάνεια και την αυστηρότητα των ενηλίκων.
Γραμμένες πριν από σαράντα και πλέον χρόνια, οι ιστορίες του Γερμανού συγγραφέα, ιδρυτή και καλλιτεχνικού διευθυντή του Θεάτρου Grips του Βερολίνου παραμένουν επίκαιρες και οικουμενικές όπου κι αν παίζονται. Στην Ελλάδα, τις γνωρίσαμε κυρίως χάρη στον ηθοποιό και επικεφαλής της ομάδας Συντεχνία του Γέλιου, Βασίλη Κουκαλάνι. Η εύστοχη επιλογή του, πριν από πέντε χρόνια, ν’ ανεβάσει σε διασκευή το «Μια Γιορτή στου Νουριάν» δικαιώθηκε με απανωτά soldout από το κοινό. Γεγονός που αποδεικνύεται για πολλοστή φορά και στις τωρινές επετειακές παραστάσεις στο «Σύγχρονο Θέατρο» (έως τέλος Ιανουαρίου). Εκεί όπου ολοκληρώθηκαν πριν από λίγες εβδομάδες, μετά από τρεις σεζόν, οι περιπέτειες της «Τζέλας, της Λέλας, του Κόρνα και του Κλεομένη» και συνεχίζει την επιτυχημένη του πορεία το «Είστε και Φαίνεστε» με θέμα το bullying. Και στα τρία έργα του ο Volker Ludwig καταφέρνει με έξυπνο χιούμορ να ενώσει σκηνή και πλατεία, βάζοντάς τους θεατές του να σκεφθούν, να προβληματιστούν, ν’ αντιδράσουν, όποια ηλικία κι αν αυτοί έχουν. Ξεκινήσαμε, λοιπόν, τη κουβέντα μαζί του με ένα ερώτημα αυτονόητο.
– Πώς εξηγείτε το ότι η συνεργασία σας με τον Βασίλη Κουκαλάνι γνωρίζει τόσο θερμή ανταπόκριση από το ελληνικό κοινό;
– Και οι δύο πιστεύουμε βαθιά πως το θέατρο οφείλει να επιτελέσει έναν σπουδαίο ρόλο στις μέρες μας, όχι απλά να διασκεδάσει. Αλλά να καταδείξει τα προβλήματα που τα παιδιά αντιμετωπίζουν καθημερινά, δίνοντάς τους αφενός θάρρος και χαρά, αφετέρου την προοπτική πως ο κόσμος μπορεί ν’ αλλάξει. Υπό αυτή την έννοια το θέατρο που κάνουμε τονώνει την κοινωνική φαντασία τους με τρόπο πιο ενδιαφέροντα και επιδραστικό στο πέρασμα του χρόνου από οποιαδήποτε άλλη μορφή ψυχαγωγίας.
– Πώς αποφασίσατε ν’ αφοσιωθείτε στα παιδιά, αφήνοντας μέσω του Θεάτρου Grips μια πλούσια παρακαταθήκη σαράντα και πλέον έργων;
– Αρχικά έκανα πολιτικό και σατυρικό θέατρο για διανοούμενους. Στην πραγματικότητα, όμως, ήθελα να απευθυνθώ σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Έτσι ξεκινήσαμε το κοινωνικό/κριτικό θέατρο για παιδιά. Νιώθαμε περήφανοι που οι προλετάριοι έγιναν το κοινό μας. Στις παραστάσεις μας έρχονταν μαθητές από τα σχολεία των εργατικών περιοχών του Βερολίνου και μαζί οι γονείς τους, άνθρωποι δηλαδή που δεν είχαν μέχρι τότε επαφή με τις τέχνες.
– Από πού αντλούσατε την έμπνευσή σας;
– Οι ιδέες για το θέμα κάθε έργου προέκυπταν μέσα από τα ίδια τα παιδιά. Εκείνα έρχονταν σε ‘μας κουβαλώντας τα προβλήματά τους κι εμείς τα «ενσωματώναμε» σε μια ενδιαφέρουσα πλοκή. Στην ουσία αυτά ήταν που «έπαιζαν» επί σκηνής.
– Ωστόσο, μέσα από τα έργα σας, μιλάτε για δύσκολα ζητήματα, όπως ο ρατσισμός, ο φασισμός, η ανεργία, η οικολογία, το bullying. Πιστεύετε πως οι μικροί θεατές σας σήμερα θα μπορέσουν ν’ αλλάξουν τον κόσμο αύριο;
– Με το θέατρο δεν μπορείς ν’ αλλάξεις τον κόσμο. Μπορείς, όμως, να δώσεις λογικά και ισχυρά ερεθίσματα στα παιδιά ώστε να αντιμετωπίσουν το μέλλον με νοοτροπία μαχητή. Με θάρρος, χιούμορ, αυτοπεποίθηση και αλληλεγγύη. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα να το επιβεβαιώνουν.
– Πώς εξηγείτε το ότι παραμένουν εξαιρετικά επίκαιρα αρκετές δεκαετίες μετά τη συγγραφή τους;
– Θα απαντήσω με απλά λόγια. Τα έργα μας αποτελούν αντίδραση στα αρνητικά φαινόμενα μιας καπιταλιστικής κοινωνίας. Και ο καπιταλισμός δεν ήταν ποτέ πιο κυρίαρχος σε παγκόσμιο επίπεδο απ’ ό,τι τώρα.
– Μιλήστε μου για το «Είστε και Φαίνεστε» που ανεβαίνει για πρώτη φορά φέτος από τη Συντεχνία του Γέλιου.
– Γράφτηκε το 1973, τότε που κάθε αίθουσα δημοτικού σχολείου είχε σαράντα και πλέον μαθητές! Ο πρώτος στόχος, λοιπόν, ήταν να υποστηρίξουμε το σύνθημα «τα μικρά παιδιά χρειάζονται μικρές τάξεις». Σαν αποτέλεσμα αυτής της παραμέλησης γρήγορα αντιληφθήκαμε ότι ήταν το ευρέως διαδεδομένο φαινόμενο της ηθικής παρενόχλησης σε εξιλαστήρια θύματα. Ένα κρίσιμο θέμα που στο μεταξύ μας έχει απασχολήσει σε άλλα τέσσερα θεατρικά.
– Παραστάσεις σας έχουν ανέβει σε όλο τον κόσμο. Ποια είναι η άποψή σας για το ελληνικό κοινό;
– Τα συναισθήματα και οι φόβοι των παιδιών είναι σχεδόν οι ίδιοι παντού. Γι’ αυτό πιστεύω πως και τα έργα μας -παρόλο που έχουν γραφτεί ειδικά για τους θεατές του Βερολίνου- προσαρμόζονται οπουδήποτε, στην Ελλάδα, στη Σουηδία, στην Ασία ή στην Αμερική. Πάντως, οι έξυπνες αντιδράσεις και ο ζωηρός ενθουσιασμός που δείχνουν τα Ελληνόπουλα με γεμίζουν χαρά ξανά και ξανά.
– Τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας κινούνται σε τεντωμένο σκοινί, με πολλούς συμπατριώτες μου να χρεώνουν στη χώρα σας όλα τα δεινά της οικονομικής κρίσης. Πώς το σχολιάζετε;
– Η οικονομική κρίση δεν οφείλεται στη Γερμανία. Ωστόσο, η γερμανική κυβέρνηση φέρει μεγάλο μέρος της ευθύνης καθώς εφαρμόζει μια εντελώς παράλογη πολιτική συνεχών περικοπών σε μια μάταιη προσπάθεια να θέσει υπό έλεγχο την κρίση.
– Πώς βλέπετε το μέλλον της ενιαίας Ευρώπης; Ανήκετε στους αισιόδοξους ή όχι;
– Σαν ένας παλιός αριστερός του φοιτητικού κινήματος ακόμα πιστεύω ότι η κοινή λογική θα επικρατήσει. Το να παλεύει κανείς για να βελτιώσει τις κοινωνικές σχέσεις είναι και θα είναι πάντα αυτό που πρέπει να κάνει. Βέβαια, στα έργα μου για τα παιδιά φροντίζω να συγκρατώ τον σκεπτικισμό μου που μεγαλώνει καθώς μεγαλώνω… Ποτέ δεν τελειώνει μια ιστορία χωρίς να προσφέρει ελπίδα.
– Με αφορμή τις πρεμιέρες έργων σας από τη Συντεχνία του Γέλιου, έχετε επισκεφθεί αρκετές φορές την Ελλάδα. Τι αγαπάτε και τι μισείτε στη χώρα μου;
– Αγαπώ ό,τι και οι περισσότεροι Γερμανοί. Τα μοναδικά τοπία, τα μνημεία, την αρχαία ιστορία, το φαγητό, το ποτό, τη μουσική, τη ζεστασιά του λαού. Από την άλλη, μισώ ό,τι και οι ίδιοι οι Έλληνες. Μια ανεξιχνίαστη, βαθιά ριζωμένη διαφθορά από κάποιους, αλλά και την εξοντωτική γραφειοκρατία που συναντά κανείς οπουδήποτε.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Μια γιορτή στου Νουριάν» δείτε ΕΔΩ.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Είστε και Φαίνεστε» δείτε ΕΔΩ.