Μαριβίτα Γραμματικάκη «Αφού δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε τη δύσκολη καθημερινότητα, ας αλλάξουμε τη ματιά που την αντιμετωπίζουμε»
Η επιτυχημένη συγγραφέας παιδικών παραμυθιών και μουσικός μας μιλά για τον «Ζητιάνο και τη Χρυσή Κλειδαρότρυπα» που ανεβαίνει στο θέατρο Olvio
Συνέντευξη στη Μαρία Τσιλιμιδού
Ξεκίνησε να γράφει για ψυχοθεραπευτικούς λόγους. Η αφορμή δόθηκε ένα βράδυ, όταν ο μικρός τότε γιος της ζήτησε να του διηγηθεί ένα παραμύθι. Όχι διαβάζοντάς το από κάποιο βιβλίο, αλλά κοιτώντας τον στα μάτια. Αβίαστα άρχισαν να γίνονται λέξεις και ιστορίες προφορικές όσα την απασχολούσαν. Κι ήταν πολλά. Το γράψιμο έγινε η διέξοδός της και η τύχη σύμμαχός της για να εκδοθεί το πρώτο της βιβλίο. Δεκαπέντε χρόνια και επτά βιβλία μετά, η Μαριβίτα Γραμματικάκη συγκαταλέγεται στους πιο γνωστούς συγγραφείς παιδικών παραμυθιών, αρκετά από τα οποία έχουν μεταφερθεί με επιτυχία στο θέατρο ως μουσικές παραστάσεις. Μουσικός, άλλωστε, και η ίδια καθώς παίζει βιόλα στην Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Τη φετινή σεζόν δύο έργα της ανέβηκαν στη σκηνή, το «Μαγικό Βιολί» στο θέατρο Χώρα -το οποίο ολοκλήρωσε τις παραστάσεις του- και «Ο Ζητιάνος και η Χρυσή Κλειδαρότρυπα» στο Olvio, που συνεχίζει να μυεί μικρούς και μεγάλους στις αρετές της αυτογνωσίας. Παράλληλα, διδάσκει εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές την ευεργετική επίδραση σε πολλαπλά επίπεδα που έχουν τα παραμύθια. Στην ψυχοσύνθεση, την προσωπικότητα, την κοινωνικοποίηση και την ανάπτυξη της αφηγηματικής ικανότητας των παιδιών, συνδυάζοντάς τα πάντα με τη δύναμη της μουσικής, ταξιδεύοντας σε σχολεία σε όλη την Ελλάδα.
– Λέγεται πως το πρώτο χάρισμα που πρέπει να διαθέτει ένας καλός συγγραφέας είναι η φαντασία. Ποια η δική σας σχέση μαζί της;
– Ήμουν πολύ μικρή όταν η φαντασία έγινε για μένα ένας δρόμος φυγής και παρηγοριάς. Η παρέα μου. Ήμουν ένα μοναχικό παιδί, υπέρβαρο και με διαφορετικά ενδιαφέροντα από τους συνομηλίκους μου. Καλές εκθέσεις έγραφα, αλλά μέχρις εκεί. Το διάβασμα και η μουσική ήταν αυτά που με ταξίδευαν τότε. Είχα μια ευκολία να βουτάω στις εικόνες που έφτιαχνα με τις λέξεις και τη μουσική και να φεύγω από την πραγματικότητα, κάτι που με έσωσε αρκετές φορές.
– Και στον κόσμο της γραφής πώς μπήκατε;
– Μεγάλωσα, έκανα τα δικά μου παιδιά και γύρω στα 35 αντιμετώπισα κάποια σοβαρά προσωπικά προβλήματα. Ένα βράδυ ο γιος μου, μου ζήτησε να του πω ένα παραμύθι κοιτάζοντάς τον στα μάτια. Συμφώνησα και τον ρώτησα τον τίτλο. Ο ζητιάνος και η χρυσή κλειδαρότρυπα, μου απάντησε. Ξεκίνησα και γρήγορα συνειδητοποίησα ότι αφηγούμουν όλα όσα ένιωθα. Όλα όσα δεν μπορούσα να ομολογήσω ως Μαριβίτα, αλλά μέσα από μια ιστορία μου ήταν πιο εύκολο να τα προσεγγίσω και να τα εκφράσω. Αυτό το παιχνίδι «πες μου έναν τίτλο να σου πω μια ιστορία» κράτησε αρκετό καιρό. Κατάλαβα ότι ανακούφιζε και εμένα και τα παιδιά μου, καθώς είχαμε αναπτύξει μια πολύ καλύτερη επαφή και επικοινωνία. Περνώντας ο καιρός άρχισα να γράφω τις ιστορίες μου σε χαρτί για λόγους ψυχοθεραπείας. Δεν φανταζόμουν, βέβαια, τότε ότι θα γίνονταν βιβλίο ή παράσταση… Ήταν η ανάγκη να βρω την ισορροπία μου.
– Πώς έγινε, λοιπόν, το… μεγάλο βήμα;
– Εντελώς τυχαία. Συμμετείχα σ’ ένα group therapy και στο τετράδιο ασκήσεων είχα γράψει το πρώτο μου παραμύθι. Το διάβασε η συντονίστρια της ομάδας, της άρεσε πολύ και μου ζήτησε να εκδοθεί. Ήταν το «Νησί της Αρμονίας». Ακολούθησε ο «Ζητιάνος και η Χρυσή Κλειδαρότρυπα» και την άνοιξη θα κυκλοφορήσει το έβδομο.
– Έχετε γράψει και για ενήλικο κοινό;
– Γράφω και δοκιμάζω συνεχώς, αλλά δεν έχω τολμήσει να τα δώσω στον εκδότη μου. Μονίμως νιώθω ότι δεν είμαι ικανή ή έτοιμη. Είναι τελείως διαφορετική η ενήλικη γραφή. Φοβάμαι να την αγγίξω, ακόμη. Τελευταία κάνω προσπάθειες να στραφώ και στη νεανική/εφηβική λογοτεχνία.
– Να υποθέσω ότι θ’ αντλήσετε έμπνευση από τις προσωπικές σας εμπειρίες, ως παιδί υπέρβαρο που βίωσε τον κοινωνικό ρατσισμό, αυτό που σήμερα ονομάζουμε bullying;
– Ακριβώς, αλλά επειδή ακόμη ταυτίζομαι έντονα συναισθηματικά πέφτω στην παγίδα του μελό. Δεν μπορώ να το προσεγγίσω αντικειμενικά και ο συγγραφέας οφείλει να είναι ο παρατηρητής. Προσωπικά, δεν έχω αποστασιοποιηθεί από αυτή την εικόνα, οπότε δεν θα ήμουν δίκαιη προς όλες τις κατευθύνσεις. Όχι για να δικαιολογήσω τη συμπεριφορά των συνομηλίκων μου. Τα παιδιά έτσι κι αλλιώς είναι πολύ σκληρά μεταξύ τους. Θέλω, όμως, να βγω από την αυτολύπηση που μπορεί να έχει ένα παιδί υπέρβαρο, που όσα δεν μπορεί να πει τα τρώει.
– Η μουσική ήταν πάντα παρούσα στη ζωή σας, σπουδάζοντας από μικρή βιόλα στο Ωδείο Αθηνών και μέχρι τώρα ως μέλος της Ορχήστρας της Λυρικής. Η συγγραφή και η μουσική είναι δύο κόσμοι αλληλοτροφοδοτούμενοι, πιστεύετε;
– Ένας συγγραφέας αν ξέρει μουσική, θεωρώ, μπορεί να γίνει καλύτερος συγγραφέας. Και ένας μουσικός αν ξέρει να γράφει γίνεται καλύτερος μουσικός. Με αυτή την έννοια είναι δύο κόσμοι ενωμένοι. Δεν λέω, βέβαια, πως είναι απαραίτητη προϋπόθεση. Όμως αν ακούγοντας τη μελωδία των λέξεων που τριβελίζουν το μυαλό σου μπορείς να πιάσεις και το ρυθμό, τότε θα πας βαθύτερα σε αυτά που θέλεις να γράψεις.
– Πρωταγωνιστικός ο ρόλος της μουσικής και στην τρέχουσα παράστασή σας στο Olvio, υπογεγραμμένη από τον Γιώργο Περιστέρη και ερμηνευμένη ζωντανά από τετραμελή ορχήστρα. Το ότι είστε η ίδια μουσικός διευκολύνει ή… δυναμιτίζει τις συνεργασίες σας με τους συνθέτες;
– Η αλήθεια είναι ότι έχω άποψη και την εκφράζω συχνά με απόλυτο τρόπο. Έχω από πριν διαμορφώσει στο μυαλό μου τα ρυθμικά στοιχεία, το ύφος, το στυλ και τους κατευθύνω. Ο Νίκος Ξανθούλης, κάποια φορά δεν άντεξε και μου είπε “ε γράφ’ το μόνη σου”! Στο τέλος, όμως, πάντα οι γνώμες μας συγκλίνουν.
– «Ο Ζητιάνος και η Χρυσή Κλειδαρότρυπα» είναι ένα παραμύθι γεμάτο συμβολισμούς. Μιλήστε μου γι’ αυτούς.
– Κεντρικός ήρωας είναι ο ζητιάνος, ένας άνθρωπος που έχει μάθει να έχουν οι άλλοι την ευθύνη της ζωής του. Τα κίνητρα του είναι πολύ γήινα και επιφανειακά. Αρκείται σ’ ένα κομμάτι ψωμί και λίγο νερό. Αναπόφευκτα κάποια μέρα χάνεται στο δάσος, που συμβολίζει την ίδια τη ζωή. Εκεί συναντά τον γέροντα που τον παροτρύνει να πάει στην πολιτεία για να τον βοηθήσει ο άρχοντας αδελφός του. Όταν φθάνει εκεί μαθαίνει για τη χρυσή κλειδαρότρυπα, όπου όποιος κοιτάει από εκεί βλέπει τα όνειρά του. Για πρώτη φορά ο ζητιάνος αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν όνειρα στη ζωή και μπαίνει στη διαδικασία να βρει το κλειδί για να τα κατακτήσει. Από εκεί ξεκινάει το ταξίδι μέσα από τις τρεις δοκιμασίες που καλείται να ξεπεράσει. Η πρώτη είναι η καθαριότητα των αποθηκών. Η κάθαρση. Δεν νοείται άνθρωπος που θέλει να αλλάξει τη ζωή του να μην πετάξει πρώτα τα σκουπίδια του, να αδειάσει το μυαλό του. Η δεύτερη είναι να τιθασεύσει τον δράκο, ν’ αντιμετωπίσει δηλαδή τους φόβους του με γενναιότητα και να συμφιλιωθεί μαζί τους. Και η τρίτη δοκιμασία είναι να μάθει το μυστικό του ποταμού. Το θεωρώ το δυσκολότερο στάδιο, αυτό της σιωπής, ώστε ν’ ακούσει τι πραγματικά θέλει ο εσωτερικός του εαυτός. Όσο το μυαλό μας είναι γεμάτο με φλυαρίες και φωνές δεν μπορούμε ν’ ακούσουμε το βαθύτερο είναι μας. Ποιο είναι το “μυστικό” του ποταμού; Πως το νερό πηγαίνει μόνο μπροστά, όπως και η ζωή που μόνο προχωράει, χωρίς να γυρίζει πίσω. Βγαίνοντας νικητής ο ζητιάνος από τις δοκιμασίες, συνειδητοποιεί πως το κλειδί το είχε ήδη μέσα του. Δεν χρειαζόταν να του το χαρίσει κανένας.
– Ανάμεσα στις ευχάριστες εκπλήξεις της παράστασης είναι και ο ρόλος της Αυγής, που ενσαρκώνει με χιουμοριστικό και συνάμα γοητευτικό τρόπο η Νατάσα Παπαμιχαήλ.
– Αναφέρεστε στη βασιλοπούλα, την κόρη του άρχοντα της πολιτείας, που καλείται να ελευθερώσει ο ζητιάνος από το δράκο. Είναι, πράγματι, ένας ρόλος κόντρα στις παραδοσιακές βασιλοπούλες. Πρόκειται για μια νεαρή κοπέλα εξαιρετικά γλωσσού και φλύαρη, με υπαρξιακά προβλήματα που τα θέλει όλα εδώ και τώρα.
– Μιλώντας σ’ ένα παιδί με κλασικά και γνώριμα αφηγηματικά μοτίβα και χαρακτήρες, όπως είναι για παράδειγμα το δάσος, ο δράκος, ο άρχοντας, του είναι πιο εύκολο να προσεγγίσει τα ουσιαστικά νοήματα μιας ιστορίας;
– Δεν είναι τυχαίο πως ο «Ζητιάνος και η Χρυσή Κλειδαρότρυπα» διδάσκεται ως πρότυπο κλασικού παραμυθιού στην Παιδαγωγική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εμπεριέχει πολλά στοιχεία της παράδοσης, τα οποία γίνονται αντιληπτά με διαφορετικό τρόπο από μικρούς και μεγάλους. Ένα μικρό παιδάκι θα ευχαριστηθεί την ιστορία, τη δράση, έστω κι αν δεν κατανοήσει τα βαθύτερα μηνύματα. Ένας μεγάλος θα πάει παραπέρα, συλλογιζόμενος την αναγκαιότητα της εσωτερικής αναζήτησης και της αυτογνωσίας.
– Ανησυχείτε πώς ίσως κάποιοι εκλάβουν ως… πολυτέλεια την αναγκαιότητα ενδοσκόπησης, όταν έχουν να παλέψουν με την σκληρή καθημερινότητα της κρίσης;
– Δεν είναι πολυτέλεια να προσπαθούμε να κατακτήσουμε στιγμές ευτυχίας κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Η κρίση μου έδωσε την αφορμή για να αναθεωρήσω όλη μου τη ζωή. Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, μου έκανε καλό. Πέταξα πολλές περιττές ανάγκες που νόμιζα πως είχα. Σίγουρα δεν μπορώ να δώσω μαγικές συνταγές. Αλλά αφού δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε τη δύσκολη καθημερινότητα και τις δυσάρεστες εκπλήξεις, μπορούμε ν’ αλλάξουμε τη ματιά που τις αντιμετωπίζουμε. Συνέχεια θυμίζω στον εαυτό μου για πόσα πράγματα είμαι ευγνώμων.
– Δεν μπορείτε, όπως είπατε, να δώσετε μαγικές συνταγές, ωστόσο τι θα συμβουλεύατε τους γονείς;
– Ως γονιός θα μιλήσω μιας 26χρονης πλέον κόρης και ενός 23χρονου γιου. “Τι να το κάνω το καινούριο σπίτι, ας μέναμε στο παλιό γιατί εκεί γέλαγες. Τώρα ή θα μετράς ή θα κλαις”, μου είπε χρόνια πριν η κόρη μου. Και η φράση του γιου μου, “όταν μου μιλάς θέλω να με κοιτάς στα μάτια” ήταν που άλλαξαν όλη μου τη ζωή. Είδα ότι αγωνιζόμουν για την ύλη και είχα χάσει την ουσία. Αυτό είναι το μόνο που μπορώ να πω στους γονείς. Ο καθημερινός αγώνας τους να στοχεύει στην ουσιαστική επικοινωνία και όχι στην εξασφάλιση και προσφορά υλικών αγαθών. Δεν είναι αυτά που έχουν ανάγκη τα παιδιά.
Μια υπέροχη παράσταση με καταπληκτικό σενάριο, θαυμάσιους ηθοποιούς και φανταστική μουσική!