Μάρω Θεοδωράκη – Αντώνης Λουδάρος «Η αλληλεγγύη, το μεταναστευτικό και η απώλεια είναι ζητήματα που θίγονται στην παράστασή μας»
Η συγγραφέας και ο σκηνοθέτης της μουσικής παραγωγής μιλούν για τη διαδραστική «Σερενάτα στο Κανταδοχώρι» που ανεβαίνει στο Θέατρο «Αθηνά»
από τη Μαρία Τσιλιμιδού
Βρισκόμαστε σ’ ένα χωριό. Όχι σ’ ένα οποιοδήποτε χωριό, αλλά στο Κανταδοχώρι, όπου η μουσική και το τραγούδι είναι κάτι σαν το οξυγόνο για τους κατοίκους του. Σ’ αυτό, λοιπόν, τον τόπο μια ωραία πρωία αποφασίζει ο Δήμαρχός του να κλείσει το μουσικό σχολείο και να χτίσει στη θέση του ένα εργοστάσιο κατασκευής… ρομπότ. Μόνο που λογαριάζει χωρίς τη… ξενοδόχο. Μια θαρραλέα πιτσιρίκα, τη Σερενάτα, που εναντιώνεται στα κερδοσκοπικά σχέδιά του και πολύ γρήγορα καταφέρνει να συσπειρώσει όλους τους κατοίκους με στόχο το μουσικό σχολείο ν’ ανοίξει ξανά. Με στόχο ο πολιτισμός να μη φύγει από την καθημερινότητά τους.
Από το 2000 που η μουσικός και συγγραφέας παιδικών βιβλίων Μάρω Θεοδωράκη έγραψε τη «Σερενάτα για το Κανταδοχώρι» έως σήμερα πολλά έχουν αλλάξει στην ελληνική κοινωνία. Για το λόγο αυτό εμπλούτισε το αρχικό κείμενο με νέους ήρωες καθρεφτίζοντας επίκαιρα ζητήματα στην παράσταση που σκηνοθετεί ο επιτυχημένος ηθοποιός Αντώνης Λουδάρος. «Με τον Αντώνη δεν γνωριζόμασταν προσωπικά. Από τη πρώτη συνάντησή μας, όμως, κατάλαβα πως είναι ένας πολύ ευαίσθητος άνθρωπος, πολυτάλαντος, με ένα κρυμμένο παιδί μέσα του. Γι’ αυτό κατάφερε να κάνει μια τόσο ξεχωριστή παράσταση. Χωρίς τη δική του σκηνοθετική ματιά δεν θα ήταν ίδιο το αποτέλεσμα», μας λέει η κ. Θεοδωράκη. Πράγματι, η Σερενάτα καταφέρνει να παρασύρει μικρούς και μεγάλους θεατές στον αγώνα της κατά του ύπουλου Δημάρχου. Γεγονός που επιβεβαιώνεται τόσο στη διάρκεια της παράστασης, όπου τα παιδιά καλούνται έμπρακτα να συμμαχήσουν μαζί της, όσο και στη λαχτάρα με την οποία αγκαλιάζουν όλους τους ηθοποιούς, όταν πέσει η αυλαία, στο φουαγιέ του «Αθηνά».
«Είναι η πρώτη φορά που σκηνοθετώ παιδική παράσταση» διευκρινίζει ο Αντώνης Λουδάρος. «Ήταν η πιο γλυκιά εμπειρία μου. Ακριβώς επειδή απευθυνόμουν σε παιδιά, έπρεπε πρώτα να συναντήσω τον δικό μου παιδικό κόσμο. Να σκεφτώ τι θα ήθελε να δει ο μικρός Αντώνης. Ζήσαμε μια ευχάριστη και δημιουργική διαδικασία μαζί με την Μάρω και τον υπόλοιπο θίασο. Πρόσφατα συζητούσαμε με τους ηθοποιούς τι ωραία που είχαμε περάσει στις πρόβες. Όταν συμβαίνει αυτό και το αποτέλεσμα, φυσικά, σε δικαιώνει, τότε είναι μεγάλη ευτυχία. Είναι τα παράσημά μου.»
Ένας από τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες που δεν υπήρχε στο βιβλίο είναι ο Φοίβος. Ο αγαπημένος φίλος της Σερενάτας που όντας μετανάστης αντιμετωπίζει τη ξενοφοβία και το ρατσισμό του Δημάρχου. «Τον Φοίβο τον βάλαμε μαζί με τη Μάρω στην ιστορία γιατί θέλαμε με τρυφερότητα να μιλήσουμε στα παιδιά για τη μετανάστευση και τη διαφορετικότητα. Το προσφυγικό είναι ένα υπαρκτό, τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Το μήνυμα που περνάμε είναι πως παρόλο που κάποιος είναι από μια άλλη χώρα δεν παύει να είναι άνθρωπος και να έχει ίσα δικαιώματα με όλους εμάς».
Συγκίνηση, αλλά και αισιοδοξία αποπνέει ο ολιγόλεπτος μονόλογος της νεκρής μητέρας του Φοίβου (σε βίντεο εμφανίζεται η Βίκυ Σταυροπούλου) θίγοντας εύστοχα το θέμα της απώλειας.
Η Ολυμπιονίκης Κλέλια Πανταζή ερμηνεύει την Κυρία Γυμναστικούλα και μοιάζει ιδανική για το ρόλο της. «Θέλαμε ν’ αναδείξουμε την αξία του ολυμπιακού πνεύματος», εξηγεί η κ. Θεοδωράκη. «Οι αθλητές έχουν μάθει σε πολύ σκληρούς ρυθμούς στη ζωή τους και πραγματικά δίνουν όλη τους την ψυχή, ειδικά όταν συμμετέχουν σε μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις. Αισθάνομαι ευτυχής που γνώρισα την Κλέλια, ένα εξαιρετικό κορίτσι, τόσο ισορροπημένο, με ξεχωριστό ήθος, που πιστεύω “περνάει” αβίαστα και στους μικρούς θεατές.» Μαζί με πολλά ακόμη μηνύματα θα προσθέταμε εμείς, όπως για την αναντικατάστατη σημασία της τέχνης, χωρίς ωστόσο διδακτική διάθεση. «Από τον πολιτισμό μιας χώρας φαίνεται η πρόοδός της. Και η μουσική είναι κομμάτι αυτού του πολιτισμού. Σαφώς είμαστε υπέρ της τεχνολογίας, αλλά η τέχνη είναι μία και μοναδική. Δεν μπορούμε να τα ισοπεδώνουμε όλα», αναφέρει χαρακτηριστικά η Μάρω Θεοδωράκη, κόρη του ποιητή και δημοσιογράφου Γιάννη Θεοδωράκη και ανιψιά του σπουδαιότερου εν ζωή Έλληνα συνθέτη.
Ο ψυχαγωγικός χαρακτήρας της παράστασης και η αλληλεπίδραση του κοινού ήταν από τους βασικούς στόχους των συντελεστών. Όπως σημειώνει η συγγραφέας: «Το παιδικό θέατρο πρέπει να είναι βιωματικό, όχι μόνο θέαμα. Γι’ αυτό έχουμε εντάξει αρκετά διαδραστικά παιχνίδια, ώστε τα παιδιά να νιώθουν πως συμμετέχουν και βοηθούν στην εξέλιξη της ιστορίας.» «Το παιδικό θέατρο είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και ως τέτοια πρέπει να το αντιμετωπίζουμε, καθώς απευθύνόμαστε σε ανθρώπους που διαμορφώνουν τώρα την προσωπικότητά τους», συμπληρώνει ο κ. Λουδάρος, ο οποίος είχε ξεχωρίσει πριν από λίγα χρόνια ως ο Κακός Λευκός σε μια άλλη παιδική παραγωγή, τη «Ζέβρα Πυτζάμα». Θα πρωταγωνιστούσε ξανά σε παράσταση για παιδιά;«Ποτέ δεν λέω ποτέ. Ήταν μια ωραία εμπειρία, αλλά και πολύ δύσκολη. Ως ηθοποιός πρέπει να είσαι διαρκώς alert γιατί τα παιδιά είναι απρόβλεπτα. Νιώθουν ελεύθερα, χωρίς να φιλτράρουν τι θα πουν, πότε θα το πουν και εσύ καλείσαι να το αντιμετωπίσεις όλο αυτό κάθε φορά που ανεβαίνεις στη σκηνή.»
Η Μάρω Θεοδωράκη, εκτός του κειμένου, υπογράφει επίσης τη μουσική και τους στίχους των τραγουδιών που ακούγονται στην παράσταση. «Σύντομα η “Σερενάτα” θα επανεκδοθεί με καινούρια εικονογράφηση και όλα τα τραγούδια σε CD από τον εκδοτικό οίκο “Μίνωας”», μας πληροφορεί. Μ’ ένα τέτοιο επίθετο, μάλλον θα ήταν δύσκολο να ξεφύγει, σκέφτομαι. «Σίγουρα με έχει επηρεάσει η οικογένειά μου. Το πρώτο μου πιάνο το πήρα κατόπιν παρότρυνσης του θείου μου σε ηλικία πέντε ετών. Όταν στην Α’ Γυμνασίου είπα στον πατέρα μου πως θέλω να γίνω δασκάλα πιάνου, μου είπε “μακάρι παιδί μου να ασχοληθείς με τη μουσική, είναι πολύ σπουδαία και δύσκολη τέχνη”. Τότε που οι περισσότεροι γονείς φαντάζονταν τα παιδιά τους γιατρούς και δικηγόρους. Εγώ μεγάλωσα ευτυχώς σ’ ένα διαφορετικό περιβάλλον. Με πήγαιναν θέατρο, έρχονταν καθημερινά ηθοποιοί και τραγουδιστές στο σπίτι μας, δημοσιογράφοι, εικαστικοί. Γι’ αυτό και πιστεύω πως η κουλτούρα καλλιεργείται απόλυτα από το σπίτι και όχι στο σχολείο ή οπουδήποτε αλλού. Θυμάμαι τον πατέρα μου κάθε φορά που κατεβαίναμε στην Κρήτη να συναντιέται με τον Νίκο Ξυλουρη και να τραγουδούν ριζίτικα, τη μητέρα μου (σ.σ. η δημοσιογράφος Νίτσα Λουλέ) τα χρόνια της δικτατορία να τραγουδάει στο “Περιβόλι τ’ Ουρανού”. Το σπίτι μας ήταν πάντα γεμάτο από βιβλία, εφημερίδες, δίσκους. Όχι μόνο Θεοδωράκη, Χατζιδάκι ή Τσιτσάνη, αλλά και Doors, Rolling Stones, Abba.» Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που η Μάρω Θεοδωράκη κατάφερε να κάνει αυτό που αγαπά περισσότερο, επάγγελμα. «Τα τελευταία 17 χρόνια διδάσκω θεατρικό τραγούδι σε δραματικές σχολές, είμαι καθηγήτρια φωνητικής, έχω γράψει μουσική για θεατρικές παραστάσεις ενηλίκων (σ.σ. έχει συνεργαστεί αρκετές φορές με τον σκηνοθέτη Πέτρο Ζούλια), αλλά και διεθνείς κινηματογραφικές παραγωγές. Όπως στη νέα ταινία της Κλειώς Φανουράκη, “High Season”, με πρωταγωνιστή τον Γιώργο Χωραφά και γυρίσματα στην Κρήτη, που σε λίγο καιρό αναμένεται να βγει στις αίθουσες. Επίσης διδάσκω μουσικοκινητική αγωγή σε εκπαιδευτικούς. Η μουσική καλλιεργεί τον συναισθηματικό κόσμο των παιδιών και αναβαθμίζει τον νοητικό τους πεδίο. Κάνω μαθήματα, όμως, και σε ερασιτέχνες. Η μουσική, άλλωστε, έχει ψυχοθεραπευτικές ιδιότητες. Γιατί να καταφύγει κάποιος στα φάρμακα και να μην κάνει τραγούδι;» αναρωτιέται.
Στο βιογραφικό της και η συμμετοχή της πριν λίγα χρόνια στην κριτική επιτροπή ενός τηλεοπτικού talent show για νέους τραγουδιστές. «Η αλήθεια είναι πως αρκετοί με γνώρισαν μέσω της τηλεόρασης. Ενός χώρου όπου υπάρχει έντονη διάθεση ανθρωποφαγίας. Δεν το μετάνιωσα, πάντως. Είναι ίσως ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα που έχω πάρει στη ζωή μου από το οποίο βγήκα πιο δυνατή.»
Παράλληλη και αγαπημένη ενασχόλησή της Μάρως Θεοδωράκη η συγγραφή παιδικών αναγνωσμάτων. Μετά το πρώτο της βιβλίο «Η Παραμυθάδα με τις Νότες», το 1999, ακολούθησαν άλλοι 40 τίτλοι! «Το γράψιμο είναι ένας κόσμος πολύ σημαντικός και αναγκαίος για μένα. Εντελώς διαφορετικός από αυτόν που έχω στην καθημερινότητά μου.» Κι αν η «Σερενάτα για το Κανταδοχώρι» είναι το πρώτο της έργο που ανεβαίνει φέτος σε μεγάλη θεατρική σκηνή, η ίδια έχει να επιδείξει αρκετές δικές της παραγωγές, με σημαντικότερη ίσως την «Όμορφη Πόλη», μια παράσταση που έχει ήδη ταξιδέψει σε αρκετές πόλεις της Ελλάδας, στην Κωνσταντινούπολη και στην Κύπρο. «Είναι ένα έργο βιωματικό. Στηρίχτηκα στη μουσική του Μίκη και στα λόγια του Γιάννη κι έφτιαξα μια ιστορία για τα Χανιά. Γι’ αυτή την πόλη το είχε γράψει ο πατέρας μου στα 19 του. Εκεί περνούσα κι εγώ όλα τα καλοκαίρια μου, οπότε υπάρχει ένα δέσιμο ιδιαίτερο.»
Οι δυο κόρες της Μάρως Θεοδωράκη, στα 21 πλέον η μεγάλη και στα 17 η μικρή, ήταν οι πρώτες αναγνώστριες των παραμυθιών της. «Πάντα ζητούσα τη γνώμη τους. Τώρα πια που μεγάλωσαν είναι πιο αυστηρές μαζί μου και μ’ αρέσει. Εκείνες ήταν η έμπνευσή μου. Η μητρότητα, ξέρετε, είναι μεγάλο σχολείο…»
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Η Σερενάτα για το Κανταδοχώρι» διαβάστε ΕΔΩ.